- λεξιγραφία
- η регистрация слов (какого-л. языка)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
λεξιγραφία — η [λεξιγράφος] η καταγραφή λέξεων … Dictionary of Greek
λεξιγραφικός — ή, ό [λεξιγράφος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη λεξιγραφία. επίρρ... λεξιγραφικώς και ά με λεξιγραφικό τρόπο … Dictionary of Greek